Η θρόμβωση των κιρσών
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Η επιπολής θρομβοφλεβίτιδα ( εξωτερική) συμβαίνει συνήθως μετά από επιπόλαιο τραυματισμό του δέρματος των κάτω άκρων. Παρά τον όρο της «-ίτιδας» η θρόμβωση είναι σχεδόν πάντα άσηπτη χωρίς συμμετοχή μικροβίων. Τα συμπτώματα της θρόμβωσης των κιρσών είναι θορυβώδη και αποκλείεται να μην τα καταλάβει ο/η ασθενής. Κλασικά παρουσιάζεται εντοπισμένη ερυθρότητα, θερμότητα και ευαισθησία και πόνο κατά τη διαδρομή της φλέβας, που ψηλαφάται σαν κορδόνι.
Όταν συνυπάρχει φλεγμονή σε θρομβωμένους κιρσούς , όπως π.χ. όταν υπάρχει στην περιοχή ρυπαρό φλεβικό έλκος, η χορήγηση αντιβιοτικών είναι απαραίτητη. Αντιπηκτική αγωγή στην περίπτωση θρόμβωσης κιρσών κάτω από το γόνατο δεν δίδεται κατ' αρχήν, αλλά είναι απολύτως αναγκαία η παρακολούθηση του ασθενούς για τυχόν επέκταση της θρόμβωσης και πάνω από το γόνατο.
Η πιθανότητα επέκτασης της θρόμβωσης στο εσωτερικό (εν τω βάθει) φλεβικό σύστημα, με επακόλουθο πνευμονική εμβολή, είναι μικρή αλλά υπαρκτή. Όταν υπάρχουν υποψίες για πιθανότητα επέκτασης της θρόμβωσης στο εσωτερικό δίκτυο, π.χ. σε περίπτωση θρόμβωσης κάτω από το γόνατο αλλά κοντά σε μία φλέβα που μπορεί να συνδέεται με το εσωτερικό φλεβικό δίκτυο , ακόμα και αν ο έλεγχος με έγχρωμο υπερηχογράφημα είναι αρνητικός, καλό θα είναι να υπάρχει κάλυψη με αντιπηκτικά άμεσα με ενέσεις ηπαρίνης. Η επέκταση της θρόμβωσης των κιρσών προς το μηρό ψηλά, αποτελεί ένδειξη άμεσης διακοπής της επικοινωνίας του εξωτερικού με το εσωτερικό φλεβικό δίκτυο. Αυτό επιτυγχάνεται με μία μικρή τομή ψηλά στην περιοχή του μηρού, που γίνεται με τοπική αναισθησία και ένα ράμμα που δένεται στο σημείο που ενώνεται η σαφηνής (κεντρική εξωτερική φλέβα) με τις εσωτερικές φλέβες. Σε αυτές τις περιπτώσεις το κανονικό και πλήρες χειρουργείο για τους κιρσούς θα γίνει μετά την υποχώρηση της οξείας φάσης της θρόμβωσης, συνήθως σε 1- 2 μήνες.
Γενικά, αν συμβεί έστω και ένα επεισόδιο θρόμβωσης των κιρσών, καθιστά υποχρεωτική και απολύτως επιβεβλημένη τη χειρουργική αντιμετώπισή τους, αμέσως μετά την υποχώρηση της οξείας φάσης.